9.2.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 37/4


Αναίρεση που άσκησε στις 19 Νοεμβρίου 2007 η S.A.BA.R. SpA κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (τέταρτο τμήμα) στις 17 Σεπτεμβρίου 2007 στην υπόθεση T-176/07, S.A.BA.R. SpA κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση C-501/07 P)

(2008/C 37/05)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: S.A.BA.R. SpA (εκπρόσωποι: E. Coffrini και F. Tesauro, δικηγόροι)

Αντίδικος κατ' αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει ή/και να μεταρρυθμίσει εν όλω την απόφαση του Πρωτοδικείου που αποτελεί αντικείμενο της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως, με κάθε απόφαση που το Δικαστήριο θεωρεί ενδεδειγμένη·

να δεχθεί τα αιτήματα που υποβλήθηκαν με την ασκηθείσα ενώπιον του Πρωτοδικείου προσφυγή.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την απόφαση της Επιτροπής της 5ης Ιουνίου 2002 (1), η οποία αφορά «κρατική ενίσχυση σχετικά με φορολογικές απαλλαγές και προνομιακά δάνεια υπέρ επιχειρήσεων κοινής ωφελείας με πλειοψηφική συμμετοχή του Δημοσίου», κρίθηκε ότι συνιστά κρατική ενίσχυση ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά το καθεστώς φοροαπαλλαγών που προβλέπει το άρθρο 3, παράγραφος 70, του νόμου 549/1995 και το άρθρο 66, παράγραφος 14, του νομοθετικού διατάγματος 331/1993, όπως έχει τροποποιηθεί, υπέρ των ανωνύμων εταιριών στις οποίες το Δημόσιο συμμετέχει κατά πλειοψηφία και οι οποίες ασκούν λειτουργίες κοινής ωφελείας σε τοπικό επίπεδο. Η απόφαση της Επιτροπής δεν αφορούσε συγκεκριμένες εταιρίες, αλλά η ισχύς της εκτεινόταν στις εταιρίες που συστάθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 22 του νόμου 241/1990 και στο κεφάλαιο των οποίων συμμετέχει κατά πλειοψηφία το Δημόσιο. Επομένως, η εν λόγω απόφαση δεν κοινοποιήθηκε σε καμία εταιρία (ούτε στην αναιρεσείουσα) καθόσον δεν είχε ατομικά καθορισμένους αποδέκτες. Με το νομοθετικό διάταγμα 10 της 15ης Φεβρουαρίου 2007, το Ιταλικό Δημόσιο εκτέλεσε την προαναφερθείσα απόφαση αναθέτοντας το έργο της ανακτήσεως στις υπηρεσίες εισπράξεως εσόδων. Κατά συνέπεια, η Agenzia delle Entrate di Guastalla (υπηρεσία εισπράξεως εσόδων της πόλεως Guastalla) κοινοποίησε, στις 20 Μαρτίου 2007, στην αναιρεσείουσα εταιρία τις ανακοινώσεις-εντάλματα πληρωμής υπ' αριθ. 3796 της 15.3.2007 για ποσό του οποίου το κεφάλαιο ανέρχεται σε 1 912 128,47 ευρώ, πλέον τόκων ύψους 2 192 225 ευρώ, υπ' αριθ. 3799 της 1.3.2007 για ποσό του οποίου το κεφάλαιο ανέρχεται σε 815 406,94 ευρώ, πλέον τόκων ύψους 783 529 ευρώ και υπ' αριθ. 3800 της 15.3.2007 για ποσό του οποίου το κεφάλαιο ανέρχεται σε 439 549,29 ευρώ, πλέον τόκων ύψους 712 588 ευρώ.

Ωστόσο, η αναιρεσείουσα δεν είναι εταιρία στο κεφάλαιο της οποίας συμμετέχει κατά πλειοψηφία το Δημόσιο, αλλά εταιρία στο κεφάλαιο της οποίας συμμετέχει αποκλειστικά και μόνον το Δημόσιο και, ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατό να αφορούν την αναιρεσείουσα εταιρία «οι θεωρήσεις της Επιτροπής και η απόφασή της».

Στην αναιρεσείουσα εταιρία έχει ανατεθεί «ενδοϋπηρεσιακά» η παροχή υπηρεσιών κοινής ωφελείας σε τοπικό επίπεδο για τους οκτώ δήμους που είναι εταίροι, δεδομένου ότι η εν λόγω εταιρία συστάθηκε ειδικώς προς τον σκοπό αυτό, σύμφωνα με τους λεπτομερείς κανόνες που προβλέπει ο νόμος.

Η ίδια εταιρία διαχειρίζεται τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας υπό καθεστώς ιδιωτικοοικονομικής δραστηριότητας, κατ' ουσίαν σε τοπικό πεδίο, χωρίς να μπορεί να επηρεάσει τον ελεύθερο ανταγωνισμό, που δεν είναι δυνατό να υπάρξει δεδομένου ότι δεν υφίσταται αγορά.

Μια εταιρία στο κεφάλαιο της οποίας συμμετέχει αποκλειστικά το Δημόσιο συνιστά απλώς και μόνον έμμεσο όργανο των δήμων που είναι εταίροι και οι οποίοι αποτελούν τους πραγματικούς αποδέκτες της φορολογικής ενισχύσεως κατά της οποίας βάλλει η Επιτροπή.

Επομένως, για αντικειμενικούς και υποκειμενικούς λόγους, η χορηγηθείσα στην αναιρεσείουσα φοροαπαλλαγή δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ως μη οφειλόμενη κρατική ενίσχυση αντίθετη προς τα προβλεπόμενα στο άρθρο 87 της Συνθήκης.

Για τους ανωτέρω συνοπτικά αναφερθέντες λόγους, ασκήθηκε ενώπιον του Πρωτοδικείου προσφυγή κατά της προαναφερθείσας αποφάσεως της Επιτροπής, που έδωσε λαβή για την υπόθεση T-176/07, η οποία ανατέθηκε στο τέταρτο τμήμα και επί της οποίας το Πρωτοδικείο εξέδωσε στις 17 Σεπτεμβρίου 2007 διάταξη απαραδέκτου με το σκεπτικό ότι δεν τηρήθηκε η προθεσμία που προβλέπει το άρθρο 230, πέμπτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ, κατά το οποίο η προσφυγή ακυρώσεως έπρεπε να ασκηθεί εντός προθεσμίας δύο μηνών, υπολογιζομένων, κατά περίπτωση, από τη δημοσίευση της προσβαλλομένης πράξεως, την κοινοποίησή της στον προσφεύγοντα ή, ελλείψει δημοσιεύσεως ή κοινοποιήσεως, από την ημέρα κατά την οποία ο προσφεύγων έλαβε γνώση της πράξεως, σύμφωνα με το άρθρο 102, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου.

Η αναιρεσείουσα θεωρεί ότι η ως άνω συλλογιστική είναι αβάσιμη υπό το πρίσμα τόσο των αποφάσεων της 17ης Σεπτεμβρίου 1980 (730/79) (2), της 14ης Νοεμβρίου 1984 (323/82) (3) και της 12ης Δεκεμβρίου 1996 (T-358/94) (4) όσο και, προπάντων, της αποφάσεως του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 23ης Φεβρουαρίου 2006 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-346/03 και C-529/03 (5) και, ως εκ τούτου, με την υποβληθείσα αίτηση αναιρέσεως ζητεί να αναιρεθεί η διάταξη του Πρωτοδικείου.

Πράγματι, η προσφυγή ενώπιον του Πρωτοδικείου ασκήθηκε μόλις η αναιρεσείουσα εταιρία έλαβε γνώση του ότι συγκαταλέγεται μεταξύ των αποδεκτών της αποφάσεως της Επιτροπής, ήτοι όταν έλαβε κοινοποίηση των ενταλμάτων πληρωμής που εξέδωσε η υπηρεσία εισπράξεως εσόδων.

Εν συνεχεία, η αναιρεσείουσα προβάλλει έτερο λόγο αναιρέσεως της διατάξεως του Πρωτοδικείου, σύμφωνα με τον οποίο η διάταξη αυτή βαρύνεται με εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 225 της Συνθήκης.

Πράγματι, το αίτημα περί ακυρώσεως της αποφάσεως της Επιτροπής πρέπει να θεωρηθεί ότι συνδέεται στενά με το σύμφυτο αίτημα περί μη υπαγωγής της αναιρεσείουσας στην εν λόγω απόφαση αυτή καθ' εαυτή και, ως εκ τούτου, η αναιρεσείουσα ζητεί τη μεταρρύθμιση της πρωτόδικης διατάξεως, υπό το πρίσμα, επίσης, της διαπιστωθείσας καθ' ύλην αναρμοδιότητας, από το ίδιο δικαιοδοτικό όργανο.


(1)  EE 2003, L 77, σ. 21.

(2)  Philip Morris Holland BV κατά Επιτροπής (Συλλογή τόμος 1980-III, σ. 13).

(3)  SA Intermills κατά Επιτροπής (Συλλογή 1984, σ. 3809).

(4)  Compagnie Nationale Air France κατά Επιτροπής (Συλλογή 1996, σ. II-2109).

(5)  Giuseppe Ageni κ.λπ. κατά Regione Autonoma della Sardegna (Συλλογή 2006, σ. I-1875).