1. ΙΣΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΦΥΛΩΝ
Είναι γεγονός ότι παρά την προοδευτική νομοθεσία και τη λήψη θετικών μέτρων υπέρ των
γυναικών, η ουσιαστική υλοποίηση της ισότητας δεν έχει επιτευχθεί πλήρως. Καθώς όπως
μας είναι γνωστό η ανισότητα μεταξύ άνδρα και γυναίκας αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι
κάθε κοινωνίας .
Η ισότητα των φύλων δεν αποτελεί μόνο ένα θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα αλλά και
απαραίτητο θεμέλιο για έναν ειρηνικό, βιώσιμο και με ευημερία κόσμο.
Παρέχοντας στις γυναίκες και τα κορίτσια ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην
υγειονομική περίθαλψη, στην αξιοπρεπή εργασία καθώς και ισότιμη εκπροσώπηση στις
διαδικασίες λήψης πολιτικών και οικονομικών αποφάσεων, ενισχύουμε τις βιώσιμες
οικονομίες, παρέχοντας οφέλη στις κοινωνίες και στην ανθρωπότητα συνολικά.
ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ 1975
Παλαιότερα στην Ελλάδα, εφαλτήριο για την συνταγματική κατοχύρωση της ισότητας των
φύλων αποτέλεσε το Σύνταγμα του 1975 [η μορφή του στο Σύνταγμα του 1975 επέτρεπε τις
έμφυλες διακρίσεις] . Νομικώς, η αρχή της ισότητας των φύλων εγκαθιδρύεται στο άρθρο
4 §2 του Συντάγματος, όπου ορίζεται ρητώς ότι «οι Έλληνες και οι Eλληνίδες έχουν ίσα
δικαιώματα και υποχρεώσεις», αλλά αναφορές υπάρχουν και σε άλλα σημεία του
Συντάγματος, που καθιερώνει την αρχή της ίσης αμοιβής για την ίση αξία παρεχόμενη
εργασία ανεξαρτήτου φύλου. Παράλληλα, σε συνδυασμό με το άρθρο 116 §1-2 , όπως
αυτό βέβαια ίσχυσε με την συνταγματική αναθεώρηση του 2001 ολοκληρώνεται η
συνταγματική πρόνοια για την αρχή της ισότητας των φύλων.
ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Η χώρα μας, η οποία εδώ και χρόνια βρίσκεται στον πάτο του ευρωπαϊκού χάρτη ισότητας,
όχι μόνο δεν έχει επιλύσει καμία μορφή ανισότητας, αλλά μάλλον ακόμα βρίσκεται στο
επίπεδο της συνειδητοποίησης. Η πολιτεία ακόμα προσπαθεί να συνειδητοποιήσει ότι
έχουμε πρόβλημα.
Βέβαια η ισότητα των φύλων δεν επιτεύχθηκε σε καμία χώρα του κόσμου σε απόλυτο
βαθμό. Ακόμα και στις σκανδιναβικές χώρες, οι οποίες έχουν κάνει άλματα προόδου σε ότι
αφορά στην εξάλειψη του χάσματος αμοιβών και στην ίση ή σχεδόν ίση εκπροσώπηση
ανδρών και γυναικών στα κέντρα λήψεως αποφάσεων. Η έμφυλη βία υφίσταται σε
ποσοστά και αριθμούς παρόμοιους με τις υπόλοιπες χώρες στον κόσμο.
Η “αν-ισότητα” σήμερα μεταξύ ανδρών και γυναικών στην οικονομία μετριέται ως εξής:
Οι γυναίκες δεν είναι ενσωματωμένες στην αγορά εργασίας τόσο όσο οι άνδρες. Γενικά, οι
θέσεις εργασίας τους είναι λιγότερο τακτικές και ασφαλείς, ενώ επιβαρύνονται
περισσότερο από τη φροντίδα των παιδιών και άλλων εξαρτώμενων προσώπων, που
σημαίνει ότι υπάρχουν ακόμη σοβαρά προβλήματα όσον αφορά το φύλο στην αγορά
εργασίας. Σε λίγους τομείς οι γυναίκες έχουν επιτύχει, σε γενικές γραμμές, την ισοτιμία τους
με τους άνδρες.
2. Ο διαχωρισμός γυναικών και ανδρών στην αγορά εργασίας παραμένει ένα κύριο πρόβλημα
για την ΕΕ, ακόμη και στις χώρες εκείνες όπου οι γυναίκες έχουν επιτύχει υψηλά ποσοστά
απασχόλησης. Ο δείκτης για την ανισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών δείχνει ότι τρεις
χώρες (Φινλανδία, Σουηδία και Δανία) με σχετικά υψηλά ποσοστά απασχόλησης των
γυναικών διαθέτουν ιδιαίτερα διαχωρισμένες επαγγελματικές δομές.
Η αμοιβή των γυναικών είναι μικρότερη από αυτήν των ανδρών, για ίδια και ίσης αξίας
εργασία. Η διαφορά στις αμοιβές είναι μεγαλύτερη στον ιδιωτικό (25%) απ' ότι στο δημόσιο
τομέα (9%). Διαρθρωτικοί παράγοντες, όπως ηλικία, επάγγελμα και τομέας δραστηριοτήτων
δεν συμβάλλουν στη μείωση της διαφοράς στις αμοιβές. Εξακολουθεί να υπάρχει μια
διαφορά της τάξης του 15% στις μέσες αμοιβές.
Ε.Ε
Βέβαια η ισότητα μεταξύ των δύο φύλων ήταν ένας από τους κύριους στόχους της
Ευρωπαικής Ένωσης, ο οποίος όμως δεν έχει επιτευχθεί πλήρως σε όλα τα κράτη-μέλη της.
Σύμφωνα με έρευνες της Ευρωπαικής Επιτροπής στην τελευταία θέση, μεταξύ των 28
κρατών – μελών της Ε.Ε., βρίσκεται η Ελλάδα στον δείκτη που μετρά την ισότητα των
φύλων.
Τη μεγαλύτερη πρόοδο κατέγραψε η Πορτογαλία με αύξηση 3,9 βαθμών και ακολουθεί η
Εσθονία με αύξηση 3,1 βαθμών. Στην συνέχεια ακολουθεί η Σουηδία και η Δανία.
Παράλληλα, η Ιταλία και η Κύπρος είναι οι δύο χώρες που έχουν σημειώσει τη μεγαλύτερη
πρόοδο συγκριτικά με τα πρώτα στοιχεία που είχαν δημοσιευτεί, το 2005.
Η Ελλάδα και η Ουγγαρία έχουν το μεγαλύτερο έδαφος να καλύψουν, με τα δύο κράτη να
βαθμολογούνται με λιγότερο από 52.
Όπως τονίζεται στα συμπεράσματα της έρευνας, συνολικά η Ε.Ε. έχει σημειώσει πρόοδο
στον συγκεκριμένο τομέα, παρουσιάζοντας άνοδο κατά 1,2 πόντους σε σχέση με το 2015
και 5,4 πόντους από το 2005.